- αποπληρωτης
- ἀποπληρωτήςἀπο-πληρωτής-οῦ ὅ исполнитель
(τῶν αἱρεθέντων Plat.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τῶν αἱρεθέντων Plat.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἀποπληρωτής — one who completes masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπληρωταί — ἀποπληρωτής one who completes masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπληρωτῇ — ἀποπληρωτής one who completes masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπληρωτήν — ἀποπληρωτής one who completes masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπληρωτῶν — ἀποπληρωτής one who completes masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποπληρωτάς — ἀποπληρωτά̱ς , ἀποπληρωτής one who completes masc acc pl ἀποπληρωτά̱ς , ἀποπληρωτής one who completes masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)